Πέμπτη, Οκτωβρίου 9, 2025
ΑρχικήΑΜΥΝΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΈρευνα-βόμβα: Ισραηλινά δίκτυα με πρόσβαση σε κρατικές δομές – Ο ρόλος των...

Έρευνα-βόμβα: Ισραηλινά δίκτυα με πρόσβαση σε κρατικές δομές – Ο ρόλος των μυστικών υπηρεσιών

Η εικόνα που προκύπτει λοιπόν από την έρευνα δεν είναι ένα τεχνοκρατικό ζήτημα αμιγώς τεχνικό ή γραφειοκρατικό. Είναι πολιτικό, ηθικό και δημοκρατικό. Και τα ερωτήματα παραμένουν. Οι συμβάσεις αυτές του ελληνικού Δημοσίου, με εταιρείες που αποτελούν μέρος του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος του κράτους απαρτχάιντ, τι τελικά διασφαλίζουν;

Χρόνος ανάγνωσης: 9 λεπτά

Η σχέση του ελληνικού κράτους με την ισραηλινή τεχνολογία είναι μια διαδικασία σταδιακής διείσδυσης, όπου προϊόντα και εφαρμογές που έχουν αναπτυχθεί μέσα από την εμπειρία της κατοχής, των μυστικών υπηρεσιών ή της «κυβερνοασφάλειας» και του ελέγχου πληθυσμών στην Παλαιστίνη και στη Μέση Ανατολή, μεταφέρονται στην ελληνική δημόσια σφαίρα.

Οι περιπτώσεις των CHECKPOINT και NICE

Το Ισραήλ, αξιοποιώντας τον ρόλο του ως εργαστήριο κατασταλτικών τεχνολογιών, προβάλλει τις λύσεις του ως υψηλού επιπέδου, καθώς παρουσιάζεται ως ένα κράτος εξειδικευμένο στην «καινοτομία ασφάλειας» και στην ψηφιακή διακυβέρνηση.

Αυτή η εικόνα αποτελεί προϊόν μιας στρατηγικής που θέλει το Ισραήλ να εμφανίζεται διεθνώς ως πάροχος τεχνολογίας αιχμής, κάτι που είναι αλήθεια, αποσιωπώντας όμως ότι σχεδόν το σύνολο αυτής της τεχνογνωσίας προήλθε από τον αποικιοκρατικό του ρόλο, την καθημερινή καταπίεση ενός λαού υπό κατοχή, με «δοκιμασμένες» τεχνολογίες σε πραγματικές συνθήκες, μέσω των μυστικών υπηρεσιών του.

Παράλληλα, αποσιωπάται πως πληθώρα εταιρειών του Ισραήλ που έχουν εμπορικούς πελάτες ή κυβερνήσεις σε άλλες χώρες συνεργάζονται ακόμη και σήμερα με τις μυστικές υπηρεσίες, τον στρατό του IDF και αλληλοϋποστηρίζονται στα κατεχόμενα εδάφη και πάνω σε έναν λαό που ζει υπό πολιορκία.

Η διείσδυση, όμως, του Ισραήλ και το βαθύ στρατιωτικοβιομηχανικό συμπλέγμα, φαίνεται να εκτείνεται σε κρίσιμα πεδία του ελληνικού κράτους και ευρύτερα των δημόσιων οργανισμών, από τα συστήματα κυβερνοάμυνας για υπουργεία και δημόσιες υπηρεσίες, έως τα τείχη προστασίας δεδομένων σε Υπηρεσίες που διαχειρίζονται ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.

Η υπόθεση του Predator και των παράνομων παρακολουθήσεων έφερε στο φως το πιο κραυγαλέο παράδειγμα για το πώς τεχνολογίες που προέρχονται από το ισραηλινό στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα μεταφέρονται σχεδόν αυτούσιες στο ελληνικό κράτος για την παράνομη παρακολούθηση πολιτικών και δημοσιογράφων από την κυβέρνηση της ΝΔ.

Όμως, η εικόνα είναι ακόμη πιο σύνθετη. Διότι, αν το Predator αποκαλύπτει τον μηχανισμό της παράνομης παρακολούθησης, υπάρχουν και άλλες, εξίσου κρίσιμες διαδρομές μέσω των οποίων η ισραηλινή τεχνολογία αιχμής, πολλές από τις οποίες έχουν ιστορικό διασύνδεσης με τις υπηρεσίες κατασκοπείας, παγιώνεται με νόμιμο τρόπο ως βασικός πυλώνας των ελληνικών δημόσιων υπηρεσιών, για την ασφάλεια των δικτύων τους.

Και εδώ έρχεται η περίπτωση του Check Point, που ιδρύθηκε το 1993 στο Ισραήλ και συγκαταλέγεται σήμερα στους μεγαλύτερους διεθνείς παρόχους συστημάτων «κυβερνοασφάλειας». Τα προϊόντα της χρησιμοποιούνται σε περισσότερες από εκατό χιλιάδες εταιρείες και οργανισμούς, από τράπεζες και νοσοκομεία μέχρι κυβερνήσεις και στρατούς, με τη χώρα μας να είναι μέρος αυτής της δικτύωσης.

Οι δεσμοί της εταιρείας με τον στρατό του Ισραήλ και με εξειδικευμένες υπηρεσίες και συστήματα κατασκοπείας είναι εμφανείς και στην ίδια τη διοίκηση της εταιρείας.

Ο ιδρυτής της, Γκιλ Σβεντ, υπηρέτησε στη Μονάδα 8200, την ελίτ υπηρεσία ηλεκτρονικής κατασκοπείας του ισραηλινού στρατού, η οποία θεωρείται αντίστοιχη της αμερικανικής NSA. Η μακροχρόνια επικεφαλής τεχνολογίας, Ντόριτ Ντορ, είχε επίσης θητεύσει στη Μονάδα 8200 και είχε τιμηθεί με το Εθνικό Βραβείο Άμυνας. Από το 2024, διευθύνων σύμβουλος ανέλαβε ο Νατάβ Ζαφρίρ, ο οποίος υπήρξε διοικητής της ίδιας μονάδας και μάλιστα ιδρυτής της Διοίκησης Κυβερνοάμυνας του Ισραήλ.

Με άλλα λόγια, η κορυφή της Check Point προέρχεται άμεσα από την αφρόκρεμα των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών του Ισραηλινού στρατού.

Η Check Point δεν είναι απλώς μια εταιρεία με στρατιωτικό DNA, ή με κάποιο παρελθόν, αλλά συνεργάζεται ανοιχτά με τη βιομηχανία όπλων. Μαζί με την Israel Aerospace Industries (IAI), κολοσσό που κατασκευάζει drones και προηγμένα οπλικά συστήματα, ίδρυσε την κοινοπραξία IC3 για την ασφάλεια «εθνικών κρίσιμων υποδομών».

Η διείσδυση της CheckPoint σε ευαίσθητες δομές του ελληνικού κράτους

Στην Ελλάδα, η παρουσία της βρίσκεται σε ιδιωτικές εταιρείες και τράπεζες, όμως έχει διεισδύσει στον ίδιο τον κορμό του κρατικού μηχανισμού. Δημόσιοι οργανισμοί, πανεπιστημιακά ιδρύματα, αλλά και κρίσιμες υποδομές υγείας έχουν προμηθευτεί κυρίως firewalls και λογισμικά ασφαλείας της Check Point, ενσωματώνοντάς τα στην καθημερινή λειτουργία τους.

Η διείσδυσή της στον ελληνικό δημόσιο τομέα είναι περισσότερο εκτεταμένη απ’ όσο αφήνουν να φανεί οι προκηρύξεις και αποφάσεις των δημόσιων οργανισμών, καθώς πλήθος συμβάσεων έχουν εγκριθεί σε αρκετές δημόσιες υπηρεσίες στην Ελλάδα!

Η 1η Υγειονομική Περιφέρεια Αττικής (1η ΥΠΕ), που υπάγεται στο Υπουργείο Υγείας, δημοσίευσε επίσημη πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος με αριθμό 120/2025 για την ετήσια ανανέωση της συνδρομής του firewall Check Point Quantum 6200P. Η ανάρτηση, που φιλοξενείται στην ιστοσελίδα της ΥΠΕ και στο «Διαύγεια», αφορά τη συλλογή προσφορών για την παράταση της άδειας λειτουργίας του συστήματος κυβερνοασφάλειας της ισραηλινής εταιρείας Check Point Software Technologies Ltd., το οποίο χρησιμοποιείται για την προστασία των πληροφοριακών δικτύων και των δεδομένων των νοσοκομείων της Αττικής.

Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι η μεγαλύτερη υγειονομική περιφέρεια της χώρας στηρίζει την προστασία των δικτύων και των δεδομένων της σε μια τεχνολογία που σχεδιάστηκε μέσα σε στρατιωτικά εργαστήρια του Ισραήλ.

Ανάλογη εικόνα παρουσιάζεται και στον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας. Στις 21 Ιανουαρίου 2025, ο Οργανισμός Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΟΠΙ) εξέδωσε Εντολή Πληρωμής (ΑΔΑ: 9ΩΩ8469Η3Κ-96Ω) ύψους 1.539,67 ευρώ.

Η πληρωμή αφορά την «ανανέωση άδειας για πρόγραμμα FIREWALL Check Point για ένα έτος»

Στις 9 Σεπτεμβρίου 2025, ο Οργανισμός Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ) ενέκρινε (ΑΔΑ: Ρ28Ο465ΧΗΥ-21Γ) τη δέσμευση πίστωσης 29.760 ευρώ για την προμήθεια αδειών χρήσης Check Point.

Ο ΟΒΙ, υπάγεται στο Υπουργείο Ανάπτυξης και είναι υπεύθυνος για τα πατέντες και εμπορικά σήματα της χώρας.

Στα «χέρια» της η ασφάλεια του δίκτυου της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων

Η εικόνα όμως αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σοβαρότητα και εγείρει εύλογα ερωτήματα, όταν αποκαλύπτεται ότι η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα χρησιμοποιεί firewall της Check Point. Ο θεσμός που έχει ως αποστολή να διασφαλίζει την ανεξαρτησία και την προστασία των προσωπικών δεδομένων των πολιτών, στηρίζει την άμυνά του σε τεχνολογία μιας εταιρείας με αποδεδειγμένους δεσμούς με τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες.

Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα εξέδωσε δύο αλλεπάλληλα έγγραφα (ΑΔΑ: 6ΔΗΦΙΜΟ-9ΣΥ και ΨΑ6ΥΙΜΟ-ΟΙ5) που αφορούν τη δέσμευση και την πληρωμή ποσού 8.991,67 ευρώ για την ανανέωση της άδειας του Check Point firewall.
Η πρώτη απόφαση, στις 17 Οκτωβρίου 2024 ενέκρινε τη δαπάνη· η δεύτερη, στις 25 Ιουνίου 2025, αφορά το χρηματικό ένταλμα πληρωμής ύψους 4.464 ευρώ.

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει, πως το firewall είναι η πρώτη γραμμή άμυνας σε επίπεδο κυβερνοασφάλειας στα δίκτυα. Αν αυτό το εργαλείο ελέγχεται από εταιρεία που έχει ιστορικά συνεργαστεί ή συνεργάζεται με ισραηλινές υπηρεσίες πληροφοριών, παρέχοντας ακόμη και σήμερα υπηρεσίες ασφαλείας, τότε τίθενται σοβαρά ερωτήματα.

Η σοβαρότητα της διείσδυσης ισραηλινών εταιρειών σε ευαίσθητους χώρους που αφορούν την ασφάλεια των δικτύων είναι τεράστια, καθώς ισραηλινές εταιρείες κυβερνοασφάλειας, εκτός των άλλων, έχουν βρεθεί και στο στόχαστρο για πιθανές «πίσω πόρτες» στα προϊόντα τους.

Η πολιτική διάσταση γίνεται ακόμη πιο έντονη, αν σκεφτεί κανείς, ότι το Ισραήλ κατηγορείται διεθνώς για εγκλήματα πολέμου και για γενοκτονία στη Γάζα. Το ίδιο κράτος που έχει θεσμοθετήσει την επιτήρηση και την καταστολή ως «εθνικό δόγμα» είναι εκείνο που παρέχει εργαλεία στον ελληνικό θεσμό που οφείλει να προστατεύει τον πολίτη από την καταπάτηση της ιδιωτικότητας.

Στο στόχαστρο του Μποϊκοτάζ

Η Palestine Solidarity Campaign (PSC), ένας από τους βασικούς συμμάχους του κινήματος BDS στη Βρετανία, έχει αφιερώσει ξεχωριστό προφίλ στην Check Point Software Technologies, παρουσιάζοντάς την ως χαρακτηριστική περίπτωση εταιρείας που πρέπει να στοχοποιείται από καμπάνιες μποϊκοτάζ.

Για το BDS, η στοχοποίηση τέτοιων εταιρειών είναι κεντρική, αφού η διακοπή συμβολαίων και επενδύσεων απονομιμοποιεί τη χρηματοδότηση του απαρτχάιντ και αποκαλύπτει πώς η τεχνολογία μετατρέπεται σε όπλο αποικιοκρατικού ελέγχου.

Σε άρθρο του bdsmovement.net με τίτλο “Biggest Dutch Pension Fund ABP Divests from Israeli Banks” αναδεικνύεται η ιστορική απόφαση του ολλανδικού ταμείου ABP, ενός από τα μεγαλύτερα στον κόσμο, να αποσύρει επενδύσεις από ισραηλινές τράπεζες που εμπλέκονται στη χρηματοδότηση εποικισμών στα κατεχόμενα.

Η κίνηση αυτή παρουσιάζεται ως νίκη του κινήματος BDS, αφού αποδεικνύει ότι η στρατηγική των αποεπενδύσεων μπορεί να έχει χειροπιαστά αποτελέσματα και να πιέσει μεγάλους θεσμούς να διακόψουν σχέσεις με φορείς που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο. Εκτός από τις τράπεζες, το άρθρο καταγράφει και μια σειρά ισραηλινών εταιρειών που βρίσκονται στο επίκεντρο κριτικής και συζητήσεων για αποεπενδύσεις. Ανάμεσά τους εμφανίζεται ρητά και η Check Point Software Technologies.

Η Μονάδα 8200 & ισραηλινές εταιρείες: νύχι-κρέας

Για να γίνει κατανοητός ο ρόλος της Μονάδας 8200 των μυστικών υπηρεσιών του IDF, στις εταιρείες τεχνολογίας, με τις οποίες το ελληνικό δημόσιο συνάπτει συμβάσεις, αξίζει να σημειωθεί πως αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους θεσμούς διαμόρφωσης της ισραηλινής τεχνολογικής ελίτ και έναν από τους βασικούς λόγους της εκρηκτικής ανάπτυξης του τομέα της υψηλής τεχνολογίας στο Ισραήλ.

Σε ρεπορτάζ του Forbes περιγράφεται πως σε αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι απόφοιτοι των Χάρβαρντ, Γουόρτον και Στάνφορντ κυριαρχούν στην αγορά στελεχών και καθορίζουν τα επαγγελματικά δίκτυα, στο Ισραήλ η στρατιωτική θητεία και ιδιαίτερα η υπηρεσία στις επίλεκτες μονάδες πληροφοριών έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από οποιοδήποτε ακαδημαϊκό πτυχίο. Η φράση «πού υπηρέτησες στον στρατό;» είναι καθοριστική σε κάθε επαγγελματική συνέντευξη και το «είμαι απόφοιτος της 8200» λειτουργεί ως διαβατήριο επιτυχίας στον κόσμο των start-ups, των επενδύσεων και της τεχνολογίας.

Η Μονάδα 8200 λειτουργεί ως ένα κλειστό δίκτυο υψηλής τεχνογνωσίας, εμπιστοσύνης και εσωτερικών δεσμών που επεκτείνονται από το στρατιωτικό περιβάλλον στην επιχειρηματική ζωή. Οι σχέσεις που χτίζονται μέσα στις μονάδες («φάγαμε από το ίδιο δοχείο», «κοιμόμασταν στην ίδια σκηνή») διατηρούνται και μετά τη θητεία, δημιουργώντας μια ισχυρή ελίτ επιχειρηματική αδελφότητα.

Στον χώρο της τεχνολογίας, η αποφοίτηση από τη 8200 αποτελεί σχεδόν εγγύηση επαγγελματικής απορρόφησης και συχνά προϋπόθεση πρόσληψης, με αγγελίες που απευθύνονται αποκλειστικά σε πρώην μέλη της Μονάδας.

Ο Σύλλογος Αποφοίτων της 8200, αναγνωρίζοντας αυτή την επιρροή, έχει αναπτύξει δικό του δίκτυο εύρεσης εργασίας, επενδυτών και συνεργασιών, μετατρέποντας τη Μονάδα σε ένα οργανωμένο οικοσύστημα παραγωγής επιχειρηματιών και επενδυτών. Η συμβολή της 8200 στην ισραηλινή τεχνολογική οικονομία είναι θεμελιώδης. Όπως παραδέχονται πρώην διοικητές της, πολλοί τομείς της βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας θα ήταν «θεμελιωδώς ασθενέστεροι» χωρίς τη μετάβαση τεχνολογιών και προσωπικού από τη Μονάδα στον ιδιωτικό τομέα.

Και το ρεπορτάζ καταλήγει πως εταιρείες όπως η Check Point, η NICE Systems, η Comverse, η Gilat, ακόμη και πλατφόρμες όπως το ICQ και το Metacafe, ιδρύθηκαν ή στελεχώθηκαν από απόφοιτους της 8200. Ο ίδιος ο Γκιλ Σβέντ, ιδρυτής της Check Point, υπηρέτησε στη Μονάδα, όπως και οι Yoel Gat και Shlomo Dovrat, που έγιναν ηγετικές φυσιογνωμίες της ισραηλινής τεχνολογίας.

Η NICE και η σκοτεινή της κληρονομιά στο ελληνικό κράτος

Η περίπτωση της Check Point δεν είναι μεμονωμένη. Στην ίδια βιομηχανία όπου εξειδικεύεται στον τομέα των παρακολουθήσεων και της καταγραφής πληροφοριών και τηλεφωνικών επικοινωνιών ανήκει και η NICE Systems, μια εταιρεία με εξίσου βαριά κληρονομιά που σήμερα δραστηριοποιείται μαζικά στον χώρο της παρακολούθησης επικοινωνιών σε όλον τον κόσμο.

Η συνεργασία της NICE Systems με το ελληνικό Δημόσιο αποτυπώνεται σε επίσημα έγγραφα συμφωνιών και δείχνει τη διείσδυση σε νευραλγικές κρατικές υπηρεσίες του Δημοσίου, που κάποιες συνδέονται άμεσα με την εξυπηρέτηση του πολίτη!

Το 2023, για παράδειγμα, το ΕΚΑΒ υιοθέτησε το σύστημα NICE Recording Express (NRX) για να καταγράφει τις εισερχόμενες κλήσεις στα τηλεφωνικά του κέντρα.

Στις 28 Αυγούστου 2023, κατά τη διάρκεια περιοδικού ελέγχου του καταγραφικού συστήματος φωνής του ΕΚΑΒ Ιωαννίνων, διαπιστώθηκε ότι το σύστημα δεν πραγματοποιούσε εγγραφές στην ψηφιακή του κάρτα. Μετά από επικοινωνία με την ανάδοχο εταιρεία συντήρησης, το πρόβλημα επιλύθηκε προσωρινά μέσω απομακρυσμένης πρόσβασης, όμως επανεμφανίστηκε την επόμενη ημέρα.

Η εταιρεία, ζήτησε την αποστολή ολόκληρου του συστήματος για περαιτέρω τεχνικό έλεγχο και επισκευή, διαπιστώνοντας βλάβη στην ψηφιακή κάρτα, που καθιστούσε το σύστημα ανενεργό.

Κατόπιν των διαπιστώσεων αυτών, η διοίκηση του ΕΚΑΒ προχώρησε σε κατεπείγουσα διαδικασία απευθείας ανάθεσης για την προμήθεια νέας ψηφιακής κάρτας (8 αναλογικών και 8 ψηφιακών καναλιών), της NICE Recording Express (NRX) προκειμένου να αποκατασταθεί η λειτουργία του καταγραφικού συστήματος φωνής.

Το έγγραφο αναφέρει ότι η προμήθεια εγκρίθηκε με Απόφαση Ανάληψης Υποχρέωσης (ΑΔΑ: 9ΥΛΑΟΡΠ-ΖΛ5) και συνολικό οικονομικό ύψος 4.464 ευρώ, για την ομαλή συνέχιση λειτουργίας του παραρτήματος Ιωαννίνων.

Η παρουσία της εταιρείας παραμένει ενεργή έως σήμερα, καθώς το 2024 ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) υπέγραψε νέα σύμβαση για την «ανανέωση συμβολαίου συντήρησης καταγραφικού NICE», επιβεβαιώνοντας ότι η τεχνολογία της NICE εξακολουθεί να είναι ενσωματωμένη σε κομβικές κρατικές δομές.

Σύμφωνα με χρηματικό ένταλμα πληρωμής, ο ΟΔΔΗΧ κατέβαλε το ποσό των 1.153,20 ευρώ για την ανανέωση του συμβολαίου συντήρησης του καταγραφικού συστήματος NICE, που εξυπηρετεί τις υπηρεσιακές ανάγκες του οργανισμού.

Η εταιρεία NICE ιδρύθηκε το 1986 από τον Benjamin Levin και έξι συνεργάτες του, όλοι πρώην μέλη της Μονάδας 8200, της μυστικής υπηρεσίας ηλεκτρονικής κατασκοπείας του IDF,. Σύντομα, η εταιρεία εξελίχθηκε σε κομβικό παίκτη της βιομηχανίας παρακολούθησης.

Προϊόντα της NICE χρησιμοποιήθηκαν σε όλη την πορεία της εταιρείας από τον ισραηλινό στρατό, την αστυνομία και τις υπηρεσίες ασφαλείας (Shin Bet) για επιτήρηση επικοινωνιών.

Το 2015, το τμήμα Cyber & Intelligence μεταβιβάστηκε στην Elbit Systems, ενισχύοντας έτσι τον δεσμό της με το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα του Ισραήλ.

Σύμφωνα με το Press for Conversion! (καναδικό περιοδικό που ιδρύθηκε το 1990 από τον Συνασπισμό για την Εναντίωση του Εμπορίου Όπλων – COAT), η NICE συμμετείχε σε κοινοπραξίες που στόχευαν στην ανάπτυξη τεχνολογιών «κατά της διεθνούς τρομοκρατίας», μαζί με τις μεγαλύτερες ισραηλινές πολεμικές βιομηχανίες: Elbit, Rafael και Israel Aerospace Industries.

Όπως αναφέρεται σε παλαιότερη έρευνα, με περιουσιακά στοιχεία ύψους 1,5 δισ. δολαρίων το 2010, η NICE προσέφερε προϊόντα υποκλοπών και ανάλυσης δεδομένων σε στρατούς, μυστικές υπηρεσίες και ιδιωτικές εταιρείες ανά τον κόσμο.

Η σειρά NiceTrack, για παράδειγμα, επιτρέπει μαζική υποκλοπή και στοχευμένη παρακολούθηση, ανακτώντας συνομιλίες, γεωεντοπισμό και δίκτυα σχέσεων από τηλεφωνία, φαξ και διαδικτυακές εφαρμογές. Το 2009, η εταιρεία βραβεύτηκε με το Homeland Security Award για το σύστημα NICE Vision.

Μετέπειτα, και μετά την πώληση μέρους των υπηρεσιών της στην Elbit, η NICE επιχείρησε να «καθαρίσει» το brand της, επικεντρώνοντας τις δραστηριότητές της σε εμπορικές εφαρμογές υπηρεσιών καταγραφής κλήσεων για εμπορικούς πελάτες, αλλά και υπηρεσίες cloud, data analytics και customer experience.

Στη δεκαετία του 1990–2000, η NICE έγινε διεθνώς γνωστή για το προϊόν της NICE Recording eXpress (NRX), ένα λογισμικό που μπορούσε να καταγράφει και να αποθηκεύει τηλεφωνικές συνομιλίες σε μαζική κλίμακα. Επισήμως προωθήθηκε ως εργαλείο για call centers, όπως για παράδειγμα στο ΕΚΑΒ που είδαμε παραπάνω.

Σύμφωνα με έρευνα της πλατφόρμας AFSC Investigate, η NICE πουλούσε προϊόντα και σε φυλακές και υπηρεσίες ασφαλείας στις ΗΠΑ. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι φυλακές των Ηνωμένων Πολιτειών: εκεί, η τεχνολογία της χρησιμοποιείται για να καταγράφει τις κλήσεις των κρατουμένων.

Με το εργαλείο, οι αρχές μπορούν να βάλουν «λέξεις-κλειδιά» σε μια λίστα και να εντοπίζουν πότε αυτές εμφανίζονται σε μια τηλεφωνική συνομιλία. Μπορούν επίσης να αναλύουν τη φωνή, τον τόνο και το συναίσθημα του ομιλητή, μετατρέποντας το κάθε τηλεφώνημα σε υλικό που μπορεί να ερευνηθεί σαν μια τεράστια βάση δεδομένων.

Η εικόνα που προκύπτει λοιπόν από την έρευνα δεν είναι ένα τεχνοκρατικό ζήτημα αμιγώς τεχνικό ή γραφειοκρατικό. Είναι πολιτικό, ηθικό και δημοκρατικό. Και τα ερωτήματα παραμένουν. Οι συμβάσεις αυτές του ελληνικού Δημοσίου, με εταιρείες που αποτελούν μέρος του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος του κράτους απαρτχάιντ, τι τελικά διασφαλίζουν;

Πώς ορίζεται η έννοια της κυριαρχίας και πως μπορούμε να μιλάμε για ανεξαρτησία, για δημοκρατική διαφάνεια και για προστασία δικαιωμάτων, όταν τα συστήματα που πρέπει να προστατεύουν την καθημερινή ζωή των πολιτών και τα θεμέλια της ψηφιακής υποδομής του ελληνικού Δημοσίου φέρουν την υπογραφή εταιρειών που έχουν διαμορφωθεί σε συνθήκες κατοχής, είναι συνδεδεμένες με μηχανισμούς των μυστικών υπηρεσιών και του στρατού μιας χώρας η οποία διαπράττει εγκλήματα πολέμου και παραβιάζει κάθε πτυχή του διεθνούς δικαίου;

#ΚΡΑΤΟΣ #ΑΣΦΑΛΕΙΑ #ΔΟΜΕΣ #ΥΠΕΡΕΣΙΕΣ #ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ #ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ #ΠΟΛΙΤΕΣ #ΕΛΛΑΔΑ #ΙΣΡΑΗΛ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ


ΠΟΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΤΑ ΠΙΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΕΝΑ

ΠΟΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΤΑ ΠΙΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΕΝΑ

ΠΟΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΤΑ ΠΙΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΕΝΑ

ΠΟΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ